“Ο όσιος Ιλαρίων ήκμασε κατά τον ένατο
αιώνα, καταγόταν δε από την Καππαδοκία. Ο πατέρας του ονομαζόταν Πέτρος και
ήταν προμηθευτής του άρτου των ανακτόρων, η δε μητέρα του ονομαζόταν Θεοδοσία.
Και οι δύο διακρίνονταν για την ευσέβειά τους, φρόντισαν δε να μεταδώσουν αυτήν
και στον υιό τους. Ακόμη τον εκπαίδευσαν και είχαν την ευτυχία να τον δουν να
προκόπτει λαμπρά στη θρησκευτική και θεολογική μάθηση.
Φλεγόμενος ο Ιλαρίων να
αναδειχθεί υπηρέτης της πίστεως και της Εκκλησίας χωρίς κανένα κοσμικό
περισπασμό, εισήλθε στο μοναστήρι του Ξηρονησίου στην Κωνσταντινούπολη. Μοίρασε
εκεί τον χρόνο του μεταξύ της μελέτης και της πνευματικότερης ασκήσεως και
εξυψώσεως της ψυχής του, κι ύστερα πήγε στη Μονή των Δαλμάτων, όπου και
περιβλήθηκε το αξίωμα του μεγαλόσχημου. Δέκα χρόνια έζησε εκεί, υπήρξε δε
πρότυπο ταπεινοφροσύνης, φιλαδελφείας και ολόψυχης προσήλωσης στα θεία. Η χάρη
του Θεού κατασκήνωσε πλούσια σ᾽ αυτόν, αξιώθηκε δε κάποια ημέρα να θεραπεύσει
με την προσευχή του έναν δαιμονισμένο νέο. Και τότε ο ηγούμενος με καθημερινή
επιμονή πέτυχε να τον χειροτονήσει ιερέα.
Επειδή οι συνάδελφοί του
της Μονής των Δαλμάτων ήταν περισσότερο από ό,τι έπρεπε κολακευτικοί προς
αυτόν, διακηρύσσοντας ενώ ήταν παρών τις πολλές αρετές του, ο Ιλαρίων αποφάσισε
να τους αποφύγει, λέγοντας ότι τέτοιοι φίλοι καταντούν ακούσιοι εχθροί.
Αναχώρησε λοιπόν, χωρίς να δηλώσει ότι δεν θα επέστρεφε, και έφτασε στη Μονή
των Καθαρών. Οι μοναχοί της Μονής των Δαλμάτων, βλέποντας ότι παρατεινόταν η
απουσία του, άρχισαν να κυριεύονται από ανησυχία και τράπηκαν σε αναζήτησή του.
Και έμαθαν μεν επιτέλους ότι ήταν στο μοναστήρι των Καθαρών, αλλά δεν μπόρεσαν
να τον μεταπείσουν να επιστρέψει.
Η γνήσια όμως αγάπη δεν
υπομένει μόνον, αλλά και επιμένει. Δεν ήθελε να έλθει; Αποφάσισαν να τον
εξαναγκάσουν. Και λοιπόν απευθύνθηκαν στην Κωνσταντινούπολη. Πατριάρχευε τότε ο
ευσεβέστατος Νικηφόρος, ο οποίος με μεγάλη συγκίνηση και χαρά είδε μοναχούς να
αγωνίζονται τόσο πολύ, για να επαναφέρουν κοντά τους τον καλύτερό τους.
Παρομοίως συμπάθησε τον πόθο τους και ο βασιλιάς Νικηφόρος, και με διαταγή και
των δύο επανέφερε τον Ιλαρίωνα στο μοναστήρι των Δαλμάτων. Με κοινή μάλιστα
ψήφο αναδείχθηκε ηγούμενός του.
Πέρασε οκταετία στη νέα
αυτή υπηρεσία του Ιλαρίωνα κι ήταν τερπνότατο θέαμα η συμβίωση των υπό την
πνευματική του επιστασία αδελφών. Την αδελφότητα δεν την έλεγε κανείς μόνον
εκεί, αλλά την ψηλαφούσε. Κάθε ατομικό θέλημα ήταν εξορισμένο και όλοι
συναντώντο στο θέλημα του Θεού.
Αλλά στην Εκκλησία
ενέσκηψε καταιγίδα. Ο Λέων ο Αρμένιος κήρυξε επί της πατριαρχίας του Νικηφόρου
τον γνωστό πόλεμο κατά των αγίων εικόνων. Τότε μεταξύ των μονών που
πρωτοστάτησαν στην αντίδραση, υπήρξε και
η Μονή των Δαλμάτων.
Ο βασιλιάς διέταξε τον
ηγούμενο Ιλαρίωνα να έλθει στην Κωνσταντινούπολη και να παρουσιασθεί ενώπιόν
του. Ο Ιλαρίων το έπραξε. Αλλά ο Λέων δεν επέτυχε τον σκοπό του. Ο πιστός
καλόγερος δεν θαμπώθηκε από τη βασιλική αίγλη ούτε πτοήθηκε από το
αυτοκρατορικό σκήπτρο. Με παρρησία είπε προς τον βασιλιά ότι ασεβεί και ότι
ξεκινώντας τον κατά των αγίων εικόνων πόλεμο αδικούσε την Εκκλησία και τάρασσε
άσκοπα το κράτος.
Ο διάδοχος του Πατριάρχη
Νικηφόρου Θεόδοτος ο Μελισσηνός μάταια επίσης αποπειράθηκε να παραπείσει τον
Ιλαρίωνα. Και τότε άρχισε ο διωγμός του αγίου. Τον περιόρισαν επανειλημμένως σε
μοναστήρια, που ανήκαν στη μερίδα των εικονομάχων, όπου τον καθυπέβαλαν και σε
στερήσεις και πολλές ταλαιπωρίες. Και σε κοινές φυλακές τον έβαλαν και στο
φρούριο Προτείχιο τον έκλεισαν.
Ο Λέων ο Αρμένιος
φονεύθηκε σε μάχη και ο άγιος Ιλαρίων ανέκτησε την ελευθερία επί του διαδόχου
βασιλιά Μιχαήλ του Τραυλού. Αλλά επί του βασιλιά Θεοφίλου άρχισε νέος κατά των
αγίων εικόνων διωγμός. Και τότε ο Ιλαρίων έπεσε σε νέο χειμώνα και βαριά και
σφοδρά κύματα. Είπε με θάρρος την αλήθεια στον Θεόφιλο, γι᾽ αυτό και ραβδίστηκε
σκληρά και εξορίστηκε στη νήσο Αφουσία. Οκτώ ολόκληρα χρόνια πέρασε εκεί με μεγάλη και πολλή
ταλαιπωρία, όταν ο Θεός ανάδειξε την Εκκλησία νικήτρια της καταιγίδας και του
σάλου. Ο Θεόφιλος πέθανε, η δε σύζυγός του βασίλισσα Θεοδώρα πρωτοστάτησε στην
αναστήλωση των αγίων εικόνων. Τότε οι ομολογητές όλοι της ορθοδοξίας ήλθαν
πλήρεις τιμών στη βασιλεύουσα, κι επιδόθηκαν ο καθένας στις προηγούμενες υπηρεσίες
του. Την ικανοποίηση αυτή έλαβε και ο Ιλαρίων. Η ιερή Μονή του που τόσο πολύ
τον ποθούσε, τον επανείδε ανάμεσά της. Μέσα σ᾽αυτήν, μετά από τρία χρόνια,
άφησε την τελευταία πνοή του, αφού αναδείχτηκε τέλειος χριστιανός όχι μόνο κατά
τις ώρες της ειρήνης, αλλά και κατά τις θύελλες των κινδύνων και των υπέρ
Χριστού αγώνων”.
(Μιχαήλ Γαλανού, Οι βίοι των αγίων)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου