“Ο άγιος Ευσέβιος ήταν κατά τους
χρόνους του βασιλιά Κωνσταντίου, υιού του μεγάλου Κωνσταντίνου, κατά το έτος
338 μ.Χ., χρημάτισε δε φλογερός ζηλωτής της ορθόδοξης πίστης. Γι᾽ αυτό με πολλή
ανδρεία ψυχής και με περιφρόνηση των παρόντων σπούδασε πώς να έλθει σε αύξηση η
ευσέβεια και η ορθοδοξία, αν και ο βασιλιάς Κωνστάντιος ήταν αντίθετος, όσο
κανείς άλλος, επειδή ήταν Αρειανιστής. Όταν μία φορά φοβέρισε ο βασιλιάς να
κόψει το δεξί χέρι του αγίου, αν δεν δώσει το ψήφισμα που έγινε από τον μεγάλο
Μελέτιο, ο άγιος άπλωσε και τα δύο του τα χέρια, θέλοντας να δείξει ότι μετά
χαράς δέχεται και των δύο την εκκοπή, παρά να προδώσει το ζητούμενο ψήφισμα,
και μαζί με εκείνο να προδώσει και την ευσέβεια. Αυτόν τον άγιο πατέρα μας
Ευσέβιο, μετά τον Κωνσταντίνο και Ιουλιανό, εξόρισε ο Ουάλης από τον θρόνο του
και τον καταδίκασε να περπατά εξόριστος κατά τον ποταμό Δούναβη. Όταν πέθανε ο
Ουάλης, επανήλθε ο άγιος στην επισκοπή του τα Σαμόσατα (που βρίσκονται στη
Συρία πλησίον του Ευφράτη ποταμού, υπό τον Μητροπολίτη Εδέσσης, και που
ονομάζονται κοινώς Σεμψάθ). Ύστερα δε από τους πολλούς αγώνες και νίκες όσες
έκανε ο αοίδιμος ζώντας ακόμη υπέρ της ορθοδοξίας, αξιώθηκε να έχει και τέλος
μαρτυρικό. Διότι μία γυναίκα κακόδοξη, η οποία φρονούσε την αίρεση του Αρείου, πήρε
κεραμίδι από μία στέγη και την έριψε εναντίον της κεφαλής του αγίου. Από το
χτύπημα αυτό θανατώθηκε ο ιεράρχης του Χριστού. Προτού αποθάνει, συγχώρησε τη
γυναίκα που τον φόνευσε, μιμούμενος τον Δεσπότη του Χριστό και τον πρωτομάρτυρα
Στέφανο. Τελείται δε η σύναξή του και εορτή στον ναό του αγίου Ιωάννου, πλησίον
Αρκαδιανών”.
(Από τον Συναξαριστή του
αγίου Νικοδήμου του αγιορείτου)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου