Τετάρτη 2 Μαΐου 2012

Η ΑΝΑΚΟΜΙΔΗ ΤΟΥ ΛΕΙΨΑΝΟΥ ΤΟΥ ΕΝ ΑΓΙΟΙΣ ΠΑΤΡΟΣ ΗΜΩΝ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ, ΠΑΤΡΙΑΡΧΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ



Ο άγιος Αθανάσιος έζησε αγγελικό βίο επί της γης. Τους άθλους του για την ορθόδοξη πίστη και τους αγώνες του κατά των κακοδόξων και τις συχνές άδικες εξορίες και ψεύτικες συκοφαντίες που υπέφερε, έχουν εκθέσει άλλες γραφές διεξοδικότερα όπως και ο Θεολόγος Γρηγόριος. Γι᾽αυτό κι επειδή δεν μπορούμε να διηγηθούμε αυτά που έχουν ειπωθεί από πολλούς πολλές φορές, θα πούμε σύντομα λίγα πράγματα προς υπενθύμιση.
Ο Αθανάσιος, ο επώνυμος της αθανασίας, είχε πατρίδα του την Αίγυπτο, ενώ οι γονείς του διακρίνονταν για τον πλούτο τους και την αρετή τους. Όταν ακόμη τον ανέτρεφαν και ήταν μικρό παιδάκι που έπαιζε μαζί με άλλα παιδιά, πήγε σε κάποια ακτή της θάλασσας, όπου έπαιζαν κάτι τέτοιο σαν παιχνίδι: Κάποια παιδιά κάνανε ότι ήταν πρεσβύτεροι και διάκονοι, ενώ τον Αθανάσιο τον χειροτόνησαν επίσκοπο. Έρχονταν λοιπόν παιδιά σ᾽αυτόν που δεν είχαν καθαρθεί από το θείο βάπτισμα, τα οποία ο Αθανάσιος τα βάπτισε στο νερό της θάλασσας. Ο επίσκοπος της Αλεξανδρείας Αλέξανδρος που έτυχε να δει αυτό που συνέβη, θαύμασε πάρα πολύ. Με φωτισμό του αγίου Πνεύματος μάλιστα κατάλαβε ότι αυτά που έγιναν αποτελούσαν τύπους και προμηνύματα των μελλοντικών πραγμάτων, γι᾽ αυτό και τα μεν παιδιά τα έχρισε με το θείο μύρο, τελειοποιώντας έτσι το βάπτισμά τους, τον δε Αθανάσιο τον παρέδωσε σε κάποιον γραμματιστή. Κι όταν έπειτα έφτασε στην κατάλληλη ηλικία, τον χειροτόνησε διάκονο και τον πήρε μαζί του ως συνεργάτη του στην πρώτη Οικουμενική Σύνοδο της Νίκαιας (325 μ.Χ.), μαζί δε με αυτόν αποκήρυξε αυτούς που φρονούσαν την αίρεση του Αρείου.
Λίγο αργότερα, έφυγε από τη ζωή αυτή ο Αλέξανδρος και ο Αθανάσιος τον διαδέχτηκε στον επισκοπικό θρόνο. Οι περί τον Ευσέβιο όμως  δεν αποδέχτηκαν ήρεμα την προχείρισή του σε επίσκοπο, γι᾽ αυτό και πείθουν τον Κωνσταντίνο, τον πρώτο που χρημάτισε βασιλιάς των χριστιανών, να τον απελάσει από τον θρόνο. Αλλά ο Κωνσταντίνος, μετά την εξορία που έκανε στον άγιο στη Γαλλία, απέθανε. Ο Αθανάσιος τότε πήγε στη Ρώμη να εξηγήσει στον υιό του Κωνσταντίνου Κωνστάντιο, κι αφού ασφαλίστηκε με γράμματα από αυτόν επανήλθε στην Αλεξάνδρεια. Το έμαθε αυτό  ο Ευσέβιος και οι φίλοι του και δεν τον άφησαν σε ησυχία. Γι᾽ αυτό και αφού κατασκεύασαν κάθε είδος συκοφαντίας εναντίον του, έπεισαν τον Κωνστάντιο, τον βασιλιά της Ανατολής, να συγκαλέσει σύνοδο Επισκόπων, για να κριθεί ο Αθανάσιος. Από τις πολλές εναντίον του κατηγορίες θα υπενθυμίσω μία μόνον.
Έφεραν σε ξύλινη λάρνακα ένα ταριχευμένο χέρι, λέγοντας ότι είναι του Αρσενίου, τον οποίο τάχα ο Αθανάσιος τον σκότωσε για να κάνει μαγείες. Κατά πρόνοια του Θεού όμως  κατέφθασε στην Τύρο ο Αρσένιος (γιατί τον έκρυβαν οι Αρειανοί, για να μη γίνει γνωστή η υποκρισία τους) κι ο Αθανάσιος έμαθε ότι ο ῾νεκρός᾽ βρίσκεται εκεί. Τον έφερε λοιπόν στη Σύνοδο με καλυμμένο το πρόσωπο, ενώ υπήρχε στο κριτήριο και το κύριο ῾αποδεικτικό᾽ στοιχείο, το ταριχευμένο χέρι. Ζήτησε τότε να μάθει από τους παρόντες αν τυχόν γνώριζαν από πριν τον Αρσένιο. Αρκετοί ισχυρίστηκαν ότι γνωρίζουν τον άνδρα, οπότε ο Αθανάσιος τον αποκάλυψε, ρωτώντας ῾αν ήταν αυτός᾽. Συγκατατέθηκαν ότι ήταν εκείνος κι ο άγιος αφού έδειξε το δεξί χέρι του Αρσενίου πρώτα, κι έπειτα και το αριστερό, είπε: ῾Να το δεξί, να το αριστερό, που ο Δημιουργός των όλων έδωσε σε όλους τους ανθρώπους. Μη μου ζητάει λοιπόν κανείς και τρίτο χέρι για τον Αρσένιο᾽. Οι συκοφάντες του γέμισαν από μεγάλη ντροπή κι επειδή έχασαν το ῾αποδεικτικό᾽, εξόργισαν τότε τον λαό εναντίον του.  Γι᾽αυτό και εξέρχεται κρυφά από την πόλη και κρύβεται επί έξι χρόνια, καθισμένος σε έναν σκοτεινό και φοβερά άνυδρο λάκκο. Έπειτα βγήκε από τον λάκκο και κατέφυγε στη Δύση. Στη Δύση την εξουσία την είχε ο Κώνστας ο αδελφός του Κωνστάντιου. Σ᾽αυτόν και στον πάπα Ιουλιανό προσέφυγε ο μέγας και διεκτραγώδησε τα όσα πέρασε. Αυτοί ασφάλισαν με γράμματα τον άγιο και τον έστειλαν πίσω στην Αλεξάνδρεια.
Όταν έμαθε τούτο ο Κωνστάντιος, διέταξε έναν Συριανό να πάει στην Αλεξάνδρεια και να σκοτώσει μεν τον Αθανάσιο, να τοποθετήσει δε στον θρόνο τον Γρηγόριο. Ο Αθανάσιος ξέφυγε όμως από τα φονικά χέρια του Συριανού και πηγαίνει και πάλι στη Ρώμη. Ο Κώνστας τότε γράφει στον αδελφό του Κωνστάντιο να αποκαταστήσει στον θρόνο τον Αθανάσιο, απειλώντας τον ότι αν δεν το κάνει, θα τον αποκαταστήσει ο ίδιος με τα δικά του όπλα. Ο Κωνστάνιος φοβήθηκε και αποκατέστησε έτσι στην Εκκλησία των Αλεξανδρέων τον άγιο Αθανάσιο. Μετά από λίγο όμως και ο Κώνστας έφυγε από τη ζωή αυτή.
Ο Κωνστάντιος τώρα, που αναγορεύτηκε μόνος Αυτοκράτορας, στέλνει στρατιώτες για να συλλάβουν τον άγιο. Προγνώρισε όμως την κίνησή του αυτή ο άγιος, γι᾽αυτό και βγήκε κρυφά από το επισκοπείο, καταφεύγοντας σε κάποια γυναίκα που διακρινόταν για την παρθενία της και τις άλλες αρετές της. Αυτή, όταν έμαθε την αιτία της φυγής του, ευχαρίστως υποδέχτηκε τον άγιο, διακονώντας τον και προσφέροντάς του κάθε άλλη δεξίωση και υπηρεσία. Πέρασαν έτσι έξι χρόνια που ο μεγάλος άγιος κρυβόταν κοντά στη φιλόθεη γυναίκα. Τότε λοιπόν ο Κωνστάντιος έφυγε κι αυτός από τη ζωή, ενώ ανέβηκε στον θρόνο ο Ιουλιανός. Αμέσως λοιπόν ο Αθανάσιος βγήκε το μεσονύκτιο από το οίκημα και πήγε στο μέσο της Εκκλησίας, κι εκεί το πώς η πόλη ολόκληρη μαζεύτηκε  χειροκροτώντας και ευχαριστώντας τον Θεό για την παρουσία του ποιμενάρχη τους, δεν είναι του παρόντος καιρού για να το περιγράψουμε.
Ο Ιουλιανός όμως θεωρώντας όλα αυτά ως μηδαμινά, σκαρφίζεται νέο τέχνασμα, με σκοπό όχι μόνον να απελάσει τον Αθανάσιο από τον θρόνο, αλλά και να τον σκοτώσει. Στέλνει λοιπόν αυτούς που θα τον σκότωναν. Ο Αθανάσιος όμως και πάλι έμεινε ασύλληπτος και αδέσμευτος. Κι αυτό γιατί νύκτα πήγε στον Νείλο ποταμό, ανέβηκε σε πλοίο και απέπλευσε προς τη Θηβαϊδα. Επειδή όμως πλησίαζαν οι διώκτες του, τους παραπλάνησε και γύρισε πίσω στην Αλεξάνδρεια. Εκεί έζησε πάλι κρυμμένος, έως ότου ο Ιουλιανός έφτασε στα τελευταία του. Κι όταν έφυγε από τη ζωή κι ο Ιουλιανός, αναγορεύτηκε βασιλιάς ο Ιοβιανός. Αλλά κι αυτός πέθανε σε ελάχιστο χρόνο, οπότε ήλθε στην εξουσία των Ρωμαίων  ο Ουαλεντινιανός, κάνοντας κοινωνό της εξουσίας και τον αδελφό του Ουάλεντα: ο μεν Ουαλεντινιανός κυριαρχούσε στη Δύση, ο δε Ουάλης στην Ανατολή. Ο βασιλιάς, ο οποίος είχε πιστέψει από παλιά στη θολή διδασκαλία  του Αρείου, υπέβαλε σε μύρια βάσανα και τιμωρίες  όλους τους ορθοδόξους, ενώ έθεσε προτεραιότητά του να σκοτώσει τον Αθανάσιο. Επειδή λοιπόν ο άγιος επρόκειτο να φονευτεί, κατέφυγε σε έναν οικογενειακό τάφο και έτσι απέδρασε από τα χέρια των φονευτών. Ο βασιλιάς όμως, επειδή πληροφορήθηκε ότι ο λαός των Αλεξανδρέων ολοένα και αντιδρούσε για τις διώξεις του ποιμένα του, επέτρεψε, και χωρίς πια να το θέλει,  στον αθλητή άγιο να αναλάβει την προστασία της Εκκλησίας. Και έτσι, μετά από πολλούς αγώνες και μακρές εξορίες, αφού έκανε υπομονή επί σαράντα δύο χρόνια στους διωγμούς, άφησε τη ζωή σε βαθύ γήρας ο άγιος Αθανάσιος. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

"Ου εισί δύο ή τρεις συνηγμένοι εις το εμόν όνομα, εκεί ειμι εν μέσω αυτών" (Ο Κύριος)